dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
συνεχής δυνατότητα επικοινωνίας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Rufbereitschaft
Ⓦ
Ⓖ
…